- Χ, χ
- Το εικοστό δεύτερο γράμμα του ελληνικού αλφαβήτου. Όπως και τα φ, ψ, ω, δεν προέρχεται από τροποποίηση σημιτικού γράμματος, αλλά επινοήθηκε από τους Έλληνες για την παράσταση των ουρανικών και υπερωικών δασέων φθόγγων της ινδοευρωπαϊκής μητέρας - γλώσσας. Στα παλαιότερα αλφάβητα Κρήτης, Μήλου, Θήρας, όπου δεν υπάρχει ακόμα το γράμμα X, οι φθόγγοι αυτοί αντιπροσωπεύονται από τα κ. , κh, h: κρέος, Θhαρύμα ηοσ (= χρήος, Θαρύμαχος) και στα δυτικά αλφάβητα (Χαλκίς, Ερέτρια, Κύμη, Βοιωτία κ.ά.) με το γράμμα ψ. Στα αλφάβητα αυτά το X παριστά τον φθόγγο ξ, όπως και στα ιταλικά αλφάβητα. Το χ της ελληνικής ήταν άηχος φθόγγος, δασύς, ουρανικός πριν από τα λεπτά φωνήεντα ε, ι και υπερωικός πριν από τα αδρότερα α, ο, υ (= u) και τα σύμφωνα. Προήλθε από τα άηχα και ηχηρά, ουρανικά και υπερωικά δασέα της ινδοευρωπαϊκής: ινδοευρ. *konqhos, *ghijom, *steigho, ελλ. κόγχος, χιών, στείχω, καθώς και από το δασύ χειλοϋπερωικό gnh πριν ή μετά από υ = ελαχύς. Έχουμε όμως και υστερογενές χ που προήλθε από τα ουρανικά κ, γ, πριν από δασυνόμενο φωνήεν ή δασύ σύμφωνο: καχυποψία, πλέκω - επλέχθην, λέγω - ελέχθην. Επίσης το χ τράπηκε σε κ πριν από τα τ, σ: *ορυχτός > ορυκτός, *έχ-σω > έξω, ή για ανομοίωση: *εχεχειρία > εκεχειρία, καθώς και σε γ πριν από ηχηρά σύμφωνα: βρέχ-ω, βέβρεγ-μαι. Το σύμπλεγμα χ + j τράπηκε σε σσ (στην αττική, βοιωτική κ.α. σε ττ.): *γλωχ-jα > γλώσσα. Το νεοελληνικό χ διακρίνεται, όπως το αρχαίο, σε ουρανικό (πριν από e και i φθόγγους) και σε υπερωικό (πριν από α, ο, ω, ου και σύμφωνα), αλλά διαφέρει από εκείνο στη διάρκεια. Στη νέα γλώσσα παρατηρείται και ανάπτυξη του φθόγγου από αρχαίο κ πριν από τ: νύκτα > νύχτα.
* * *ΝΜΑβλ. χι.
Dictionary of Greek. 2013.